Λεξιλόγιο
- Αγωγιμότητα: είναι το αντίστροφο της αντίστασης δηλαδή την ευκολία που συναντάει το ηλεκτρικό ρεύμα στο πέρασμα από έναν αγωγό.
- Αγωγός [ΡΕΝ] (σύμβολο ΡΕΝ): Γειωμένος αγωγός που λειτουργεί ως αγωγός προστασίας και ως ουδέτερος αγωγός.
- Αγωγός γείωσης: Είναι ο αγωγός που συνδέει το ηλεκτρόδιο γείωσης με έναν ακροδέκτη ή ζυγό γείωσης.
- Αγωγός ισοδαμικής σύνδεσης: Ο αγωγός που συνδέσει τα εκτεθειμένα αγώγιμα μέρη και τα ξένα αγώγιμα στοιχεία ώστε να εξασφαλίζει την ισοδαμική τους σύνδεση.
- Αγωγός προστασίας: Ο αγωγός που χρησιμοποιείται για την εφαρμογή ορισμένων μέτρων προστασίας και προορίζεται για την ηλεκτρική σύνδεση των εκτεθειμένων αγώγιμων μέτρων.
- Ακίνδυνη τάση: ακίνδυνη ή υποβιβασμένη τάση, θεωρούμε εκείνη που δεν ξεπερνάει τα 50V. Ειδικά για τους βρεγμένους υπαίθριους και ρυπαρούς χώρους, η τάση θεωρείται ακίνδυνη όταν δεν
- Αμπέρ: Είναι η μονάδα μέτρησης της έντασης.
- Αντίθεση: Ως αντίθεση ορίζεται ο λόγος της διαφοράς της λαμπρότητας του περιβάλλοντος από τη λαμπρότητα ενός αντικείμενου, προς τη λαμπρότητα του περιβάλλοντος.
- Ανανεώσιμες Μορφές Ενέργειας: Είναι οι μορφές ενέργειας που από την φύση τους ανανεώνονται και είναι διαρκώς διαθέσιμες (π.χ. ηλιακή, αιολική κ.ά.)
- Ανεμογεννήτρια: είναι αιολική μηχανή που παράγει ρεύμα από την αιολική ενέργεια και μπορεί να τροφοδοτήσει με ρεύμα κατοικημένες περιοχές όπως πόλεις, κωμοπόλεις ή χωριά. Πολλές ανεμογεννήτριες μαζί αποτελούν ένα αιολικό πάρκο.
-αντικεραυνικής προστασίας. - Αντίσταση αγωγού: είναι η δυσκολία που παρουσιάζει ένας αγωγός στο πέρασμα του ηλεκτρικού ρεύματος.
- Αντίσταση: Χαρακτηριστικό των υλικών που εμποδίζει την διέλευση του ρεύματος.
- Αντλία θερμότητας: είδος κλιματιστικού σώματος με βαλβίδα αντεπιστροφής που χρησιμοποιείται, για να παρέχει και ψύξη και θέρμανση ανάλογα με την εποχή του έτους.
- Απόδοση: είναι το πηλίκο της ενέργειας που λαμβάνεται από την έξοδο ενός συστήματος προς την ενέργεια που λαμβάνεται από την έξοδο ενός συστήματος προς την ενέργεια που καταναλίσκεται στην είσοδο του.
- Αργό πετρέλαιο: ρευστή ουσία που προέρχεται από την αποσύνθεση φυτικών και ζωικών υλών.
- Ατμοστρόβιλος: είδος στροβίλου που η περιστροφή του οφείλεται στην κυκλοφορία ατμού μέσα από τα πτερύγια του.
- Αυτόνομο Φ/Β σύστημα: Σύστημα αποτελούμενο από Φ/Β πλαίσια, το όποιο φροντίζει να παρέχει την απαιτούμενη ηλεκτρική ενέργεια σε καταναλωτές, οι οποίοι δεν έχουν καμία άλλη πηγή ηλεκτρικής ενέργειας διαθέσιμη.
- Βαθμό απόδοσης: ονομάζουμε τον λόγο (πηλίκο) της ωφέλιμης ισχύος δια της προσδιδόμενης (αποροφούμενης).
- Βατ (W): Το Β είναι η μονάδα μέτρησης ισχύος.
- Βηματική τάση: είναι η διαφορά δυναμικού ανάμεσα σε δυο σημεία του εδάφους, που απέχουν μεταξύ τους όσο και το βήμα ενός ανθρώπου.
- Βιοαέριο: αέριο που παράγεται από την αναερόβια διάσπαση βιομάζας.
- Βιοκαύσιμα: καύσιμα που προέρχονται από τα φυτά ή τα ζώα.
- Βιομηχανικός τομέας: όρος που περιλαμβάνει τα ορυχεία, τα λατομεία, τη γεωργική και τη βιομηχανική παραγωγή.
- Βολτ: είναι η μονάδα μέτρησης της τάσης.
- Βραχυκύκλωμα: είναι η δημιουργία κυκλώματος χωρίς να μεσολαβεί κατανάλωση.
- Γειώσεις ασφάλειας: συναντάμε στα αλεξικέραυνα και γενικά οπού η γείωση χρησιμεύει για την εκφόρτωση εγκαταστάσεων και μηχανημάτων από στατικά φόρτια.
- Γείωση λειτουργιάς: ονομάζουμε την γείωση που εκείνη αποτελεί το λειτουργικό ενός κυκλώματος.
- Γείωση προστασίας: Ονομάζουμε γείωση προστασίας την αγώγιμη σύνδεση με την γη, των μεταλλικών τμημάτων μιας εγκατάστασης επί των οποίων δεν θέλουμε να εμφανιστεί επικίνδυνη τάση.
- Γείωση: Κάθε αγώγιμη σύνδεση με την γη.
- Γεννήτρια: Ηλεκτρική μηχανή που παράγει συνεχή τάση τροφοδοσίας.
- Γεφύρωση: είναι η κάθε ισοδαμίκη σύνδεση,
- Γεωθερμική ενέργεια: Θερμοδυναμική ενέργεια που προέρχεται από τα βάθη της γης.
- Γη: Η αγώγιμη μάζα της γης το ηλεκτρικό δυναμικό της οποίας συμβατικά θεωρείται ίσο με μηδέν.
- Γρανάζι: Οδοντωτός τροχός που χρησιμεύει για την μετάδοση κίνησης.
- Διάταξη γείωσης: Μία διάταξη γείωσης αποτελείται από τα ηλεκτρόδια γείωσης, τους αγωγούς γείωσης και τους ακροδέκτες ή τους ζυγούς γείωσης.
- Διαφορά δυναμικού (ανάμεσα σε δύο σημεία Α και Β): ονομάζουμε την διαφορά UA-UB των δυναμικών των δύο σημείων.
- Διαχεόμενη ακτινοβολία: ηλιακή ακτινοβολία, που έχει υποστεί σκέδαση στην ατμόσφαιρα.
- Δυναμική ενέργεια: Μορφή ενέργειας που οφείλεται λόγω της θέσης ενός σώματος.
- -Εγκατάστασης ΣΕΠ που ικανοποιούν τα ευρωπαϊκά Πρότυπα ΕΛΟΤ HD 384, ΕΛΟΤ ΕΝ σειράς 62305 και τα διεθνή σειράς IEC 62305.
- Ειδική αντίσταση υλικού: Ειδική αντίσταση υλικού ονομάζουμε την αντίστασης που παρουσιάζει ο αγωγός απ’ αυτό το υλικό, όταν έχει μήκος 1 και διατομή 1mm2.
- Εναλλακτήρας: Ηλεκτρική μηχανή που παράγει εναλλασσόμενη ημιτονοειδή τάση.
- Ενέργεια ακτινοβολίας: Φωτεινή ενέργεια κυματικής φύσης.
- Ενέργεια: Ικανότητα ενός συστήματος να πραγματοποιεί ένα καθορισμένο έργο.
- Ενέργεια: ονομάζουμε το γινόμενο της ισχύος επί το χρόνο.
- Ένταση ρεύματος: Ποσότητα ηλεκτρονίων που περνούν μέσα από έναν αγωγό σε ένα δευτερόλεπτο.
- Ένταση φωτεινής πηγής: Εκφράζει την ακτινοβολία που εκπέμπει μια φωτεινή πηγή μέσα σε ένα κώνο στέρεας γωνιάς ω, του οποίου την κορυφή κατέχει η φωτεινή πηγή.
- Ένταση φωτισμού: Αναφέρεται στην πυκνότητα της φωτεινής ροής που προσπίπτει κάθετα σε μια επιφάνεια.
- Η ασφάλεια: είναι ο όρος της προστασίας από τον κίνδυνο ή την απώλεια.
- Ηλεκτρική δύναμη: Είναι η διαφορά δυναμικού που μετράει ένα βολτόμετρο στους ακροδέκτες μιας πηγής, όταν οι ακροδέκτες της είναι στον αέρα (δεν τροφοδοτεί ενέργεια φορτίο.)
- Ηλεκτρική εγκατάσταση: Είναι το σύνολο ηλεκτρολογικών υλικών με χαρακτηριστικά που έχουν επιλέγει μετά από μελέτη και που συνδέονται μεταξύ τους με κατάλληλο τρόπο ώστε να παρέχουν ασφάλεια στους χρήστες και κατάλληλα να εξυπηρετούν το σκοπό για τον οποίο γίνεται η εγκατάσταση.
- Ηλεκτρικής εγκατάστασης και ισοδανμικών συνδέσεων που ικανοποιεί τις απαιτήσεις του Προτύπου ΕΛΟΤ HD 384 και 60364-5-54.
- Ηλεκτρικό Κύκλωμα :ονομάζεται μία κλειστή αγώγιμη από το ηλεκτρικό ρεύμα διαδρομή. Τα στοιχεία τα οποία συμμετέχουν στο κύκλωμα ονομάζονται ηλεκτρικά στοιχεία.
- Ηλεκτρικό ρεύμα: ονομάζουμε την κίνηση ηλεκτρικού ρεύματος.
- Ηλεκτρικό φορτίο : εννοούμε μια ιδιότητα ορισμένων υποατομικών σωματιδίων, η οποία καθορίζει τις μεταξύ τους ηλεκτρομαγνητικές αλληλεπιδράσεις.
- Ηλεκτρικός κινητήρας: Μηχανή που μετατρέπει την ηλεκτρική ενέργεια σε κίνηση.
- Ηλεκτρισμός : είναι ένας «γενικός» όρος περιλαμβάνει τα «ηλεκτρικά φαινόμενα», δηλαδή ένα σύνολο από φυσικά φαινόμενα που σχετίζονται με την παρουσία και τη ροή ηλεκτρικού φορτίου.
- Ηλεκτρόδιο γείωσης: Είναι ένα σώμα ή ένα σύνολο σωμάτων συνδεδεμένων μεταξύ τους που σχηματίζουν οποιοδήποτε γεωμετρικό σχήμα σε άμεση επαφή με την γη.
- Ηλεκτρόνια: αρνητικά φορτισμένα σωματίδια που κινούνται σε συγκεκριμένες ηλεκτρονικές τροχιές γύρω από τον πυρήνα ενός ατόμου. Το φορτίο τους θεωρείται το στοιχειώδες ηλεκτρικό φορτίο.
- Ηλεκτροπληξία: είναι το πέρασμα ηλεκτρικού ρεύματος από το ανθρώπινο σώμα και προκαλεί σύσπαση του μυϊκού συστήματος, σύσφιξη του καρδιακού χώρου και του αναπνευστικού συστήματος με αποτέλεσμα τον θάνατο από ασφυξία.
- Ηλιακά κύτταρα: διατάξεις ημιαγωγών που μετατρέπουν την ηλιακή ακτινοβολία σε τάση.
- Ηλιακή ακτινοβολία: συνδυασμός ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων που εκπέμπει ο Ήλιος με διαφορετικές συχνότητες. Αποτελείται από την Ορατή, την Υπεριώδη.
- Ηλιακός θερμοσίφωνας: ενεργειακό ηλιακό σύστημα στο οποίοι θερμαίνεται άμεσα ή έμμεσα και αποθηκεύεται ζεστό νερό χρήσης.
- Ηλιακός συλλέκτης: τμήμα ενεργού ηλιακού συστήματος συλλογής ηλιακής ενέργειας.
- Ημιαγωγός: κάθε σώμα με ιδιότητες άλλοτε αγωγού και άλλοτε μονωτή.
- Θεμελιακή γείωση: είναι ένα αγώγιμο σώμα θαμμένο στο έδαφος κάτω από θεμέλια ενός κτηρίου ή προτιμότερο εγκιβωτισμένο στο σκυρόδεμα της θεμελίωσης του κτηρίου, σε μορφή κλειστού δακτυλίου.
- Θερμική μηχανή: μηχανή με δυνατότητα μετατροπής της θερμότητας σε έργο.
- Θερμοδυναμική ενέργεια εδάφους: ενέργεια που βρίσκεται στο εσωτερικό της γης.
- Θερμοηλεκτρικός μετατροπέας: διάταξη που μετατρέπει την θερμότητα σε ηλιακό ρεύμα.
- Θερμομόνωση: υλικό που εμποδίζει την μεταφορά θερμότητας από ένα σημείο στο άλλο.
- Ισοδαμικική σύνδεση (ΙΣ): είναι η ηλεκτρική σύνδεση που διατηρεί στο ίδιο ή περίπου στο ίδιο δυναμικό τα εκτεθειμένα αγώγιμα μέρη.
- Ισχύς: Ηλεκτρικό έργο που αναπτύσσεται στην μονάδα του χρόνου.
- Ονομαστική τάση: ενός καλωδίου είναι η τάση η οποία προσδιορίζει τα όρια συνεχούς λειτουργίας του και αποτελεί μέρος των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών ενός καλωδίου.
- Κάθοδος: το αρνητικό ηλεκτρόδιο συσσωρευτή.
- Καλώδιο: ονομάζεται το σύνολο ενός ή και περισσότερων μονωμένων αγωγών που βρίσκονται μέσα στο ίδιο περίβλημα.
- Κανόνας του Κίρχοφ: είναι τα εισερχόμενα ρεύματα σ’ έναν κόμβο είναι ίσα με τα εξερχόμενα.
- Κβαντική θεωρία: θεωρία σύμφωνα με την οποία η φωτεινή ακτινοβολία είναι σωματιδιακής φύσης.
- Κιλοβατώρα: είναι μονάδα μέτρησης ενέργειας. Διεθνές σύμβολο της μονάδας αυτής είναι kWh (μόνο το W κεφαλαίο), εκ των αρχικών των λέξεων κίλο (χίλιο) – βατ – ώρα στο Διεθνές σύστημα μονάδων. Μία κιλοβατώρα είναι η ενέργεια που παράγεται ή καταναλώνεται μέσα σε μία ώρα υπό σταθερή ισχύ ενός κιλοβάτ.
- Κινητική ενέργεια: είναι η παραγωγή έργου λόγω της κίνησης των σωμάτων.
- Κύτταρο καυσίμου: συσκευή που επιτρέπει την μετατροπή αποθηκευμένου υδρογόνου σε ηλεκτρική ενέργεια.
- Λαμπρότητα: Εκφράζει την ποσότητα του φωτός που ανακλάται, όταν σε μια επιφάνεια ενός τετραγωνικού μέτρου προσπίπτει φως έντασης 1 cd.
- Λούμεν (Lumen): μονάδα μέτρησης φωτεινής ροής
- Μέση τάση: από 1000-66000Volt.
- Μετασχηματιστής: στατή ηλεκτρική μηχανή με δυνατότητα ανύψωσης ή υποβιβασμού εναλλασσόμενης τάσης.
- Μετατροπέας ενέργειας: μηχανές ,ζώα ή κατασκευές που χρησιμοποιούνται για την μετατροπή μίας μορφής ενέργειας σε άλλη ή για την παραγωγή έργου.
- Μηχανή εσωτερικής καύσεως: θερμική μηχανή σχεδιασμένη να καίει το καύσιμο στο εσωτερικό της και όχι σε ξεχωριστή μονάδα, όπως οι καυστήρες.
- Μηχανική ενέργεια: όρος που εκφράζει το άθροισμα δυναμικής ενέργειας και κινητικής, όταν αυτή αξιοποιείται για την παραγωγή έργου.
Μία kWh ισοδυναμεί με 3.600.000 τζάουλ. - Νετρόνιο: ουδέτερα σωματίδια (χωρίς φορτίο), στο εσωτερικό του πυρήνα των ατόμων. Έχει μάζα ελάχιστα μεγαλύτερη της μάζας του πρωτονίου.
- ξεπερνάει τα 36V, που στην πράξη γίνεται τυποποιημένη τάση 24V
- Ολοκληρωμένο κύκλωμα: εξάρτημα που μπορεί να περιέχει ενεργητικά και παθητικά στοιχεία (εκατομμύρια μικροσκοπικά τρανζίστορ) αντιστάτες και πυκνωτές. Σε πολλές περιπτώσεις είναι ένα πλήρες ηλεκτρονικό κύκλωμα.
- Παθητικό σύστημα ηλιακής θέρμανσης: σύστημα που δεν χρησιμοποιεί μηχανικές μεθόδους για την μετατροπή της ηλιακής ακτινοβολίας σε θερμότητα.
- Πολιτική τάση: είναι η τάση ανάμεσα στις δύο φάσεις.
- Προσπίπτουσα ακτινοβολία: η ποσότητα ακτινοβολίας που πέφτει στην επιφάνεια της γης ανά μονάδα χρόνου και μονάδα επιφάνειας.
- Προώθηση: η δυνατότητα των κινητήρων να κινούν τις ατράκτους σκαφών προς τα εμπρός .
- Πρωτόνιο: θετικό σωματίδιο στο εσωτερικό του πυρήνα των ατόμων. Έχει μάζα 1836 φόρες μεγαλύτερη της μάζας του ηλεκτρονίου.
- Πτερύγιο ανεμογεννήτριας: μεταλλική κατασκευή, που κατευθύνει και κρατά το δρομέα ανεμομηχανής στραμμένο προς τον άνεμο.
- Πυκνότητα ρεύματος: είναι η ένταση που αντιστοιχεί σε κάθε τετραγωνικό χιλιοστό ενός αγωγού.
- Πυκνωτή: πυκνωτής ονομάζεται το σύστημα δύο αγωγών (πλακών) που χωρίζονται μεταξύ τους με μονωτικό υλικό.
- Πυρήνας: σύνολο από θετικά και ουδέτερα σωματίδια που αποτελούν την μάζα και το φορτίο ενός ατόμου.
- Πυρηνική ενέργεια: η ενέργεια που ελευθερώνεται κατά την διάρκεια μίας πυρηνικής σχάσης ή σύνταξης.
- Πυρηνική σύνταξη: φαινόμενο κατά το οποίο συνενώνονται πυρήνες για την παραγωγή ενέργειας. Παρόμοιο φαινόμενο συντελείται στην επιφάνεια του ήλιου.
- Πυρηνικός αντιδραστήρας: ανθεκτική κλειστή μεταλλική κατασκευή μέσα στην οποία γίνονται πυρηνικές αντιδράσεις. Περιβάλλεται από οπλισμένο σκυρόδεμα.
- Ραντ (rad): η μονάδα μετρήσεως της ραδιενέργειας που απορροφάται ανά μονάδα μάζας ζωικών ιστών. 1 rad= 0.01 J/Kg .
- Ρεμ (rem): η μονάδα μέτρησης δόσης ραδιενέργιας.
- Ροπή: το αίτιο που προκαλεί περιστροφή.
- Ρέλι διαρροής ή προστασίας: Το ρελέ, είναι ένας μηχανισμός ο οποίος παρακολουθεί το ρεύμα της φάσης και του ουδετέρου αγωγού, αν διαπιστωθεί ότι αυτά δεν είναι ακριβώς ίδια τότε σε πάρα πολύ μικρό χρόνο διακόπτει την παροχή τάσης της εγκατάστασης.
- Συν Φ (ή συντελεστής ισχύος): είναι ένας τριγωνομετρικός αριθμός που εκφράζει την γωνιά μεταξύ τάσης και έντασης.
- Συντελεστής ανάκλασης (R): είναι ο λόγος της λαμπρότητας μιας επιφάνειας προς την ένταση φωτισμού.
- Σύστημα: το σύνολο ενός ή περισσότερων στοιχείων με κοινές ιδιότητες και χαρακτηριστικά.
- Σχεδιασμός θεμελιακής γείωσης: Οι σχεδιαστικές οδηγίες θεμελιακής γείωσης που ακολουθούν, αναφέρονται σε θεμελίωση κτιρίου σε άμεση επαφή με το έδαφος και στην εφαρμογή της ως γείωση:
- Τάση επαφή: είναι η διαφορά δυναμικού, στην όποια θα μπορούσε να παρεμβληθεί το ανθρώπινο σώμα.
- Τάση: είναι το αίτιο που προκαλεί το ηλεκτρικό ρεύμα σ’ ένα κύκλωμα.
- Τρόποι μεταφοράς: όρος που χρησιμοποιείται, για να περιγράψει τα περιβάλλοντα μεταφορών. Επίσης χρησιμοποιούνται για τα συστήματα οχημάτων που σχεδιάζονται για αυτά τα περιβάλλοντα.
- Τάση λειτουργίας: ενός καλωδίου είναι η τάση μεταξύ των αγωγών του, κατά την λειτουργία του σε δεδομένο σύστημα.
- Υβριδικό σύστημα: σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, στο οποίο συμμετέχουν δύο ή και περισσότερες πηγές ηλεκτρικής ενέργειας.
- Υπέρψηλη τάση: είναι αυτή που ξεπερνάει τα 150.000Volt..
- Υψηλή τάση: από 66.000-150.000Volt.
- Ηλεκτρονόμος:, ρελέ (relay) ή ρελές είναι ένας ηλεκτρικός διακόπτης που ανοίγει και κλείνει ένα ηλεκτρικό κύκλωμα κάτω από τον έλεγχο ενός άλλου ηλεκτρικού κυκλώματος.
- Φυσική τάση: είναι η τάση ανάμεσα στη φάση και το ουδέτερο.
- Φωτεινή ισχύς: Εκφράζει το συνολικό πόσο φωτεινής ενεργείας που εκπέμπεται από μια σημειακή φωτεινή πηγή στη μονάδα χρόνου και μετράται σε Λούμεν.
- Φως: ονομάζεται η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία που ανιχνεύεται από το ανθρώπινο μάτι (οφθαλμό) και που εκλαμβάνεται ως αίσθηση (αντίληψη) αυτής . Συνεπώς είναι το αίτιο της όρασης.
- Φωτοβολταϊκό στοιχείο: μικρό κρυσταλλικό κομμάτι πυριτίου που έχει προσμίξεις από άλλα στοιχεία, όπως βόριο και φώσφορος. Τα ηλιακά στοιχεία (κύτταρα) μπορούν να μετατρέπουν απευθείας την ηλιακή ενέργεια σε ηλεκτρική.
- Φωτοσύνθεση: διαδικασία κατά την οποία τα φυτά συλλέγουν ηλιακή ακτινοβολία την οποία μαζί με τα θρεπτικά συστατικά του εδάφους, τη χρησιμοποιούν, για να μπορούν να αναπτύσσονται.
- Χαμηλή τάση: Χαμηλή τάση (Χ.Τ.) είναι εκείνη που δεν ξεπερνάει τα 1000 .
- Χωρητικότητα συσσωρευτή: είναι η ολική ποσότητα ηλεκτρικών φορτίων που μπορεί να μας αποδώσει μετά την ολοκληρωτική του φόρτισης.
- Ω (ohm): μονάδα μέτρησης της ηλεκτρικής αντίστασης των σωμάτων.
- Henry (Ανρύ): είναι η μονάδα μέτρησης αυτεπαγωγής ( συντελεστής αυτεπαγωγής)
- Lumen (λούμεν): είναι η μονάδα μέτρησης της φωτεινής ροής (ή φωτεινής ισχύος).
- Lux (λουξ): είναι η μονάδα μέτρησης της έντασης του φωτισμού.
- Στο λεξιλόγιο θα συμπληρώνονται με περισσότερες λέξεις κατά καιρούς.*